- παρασκευαζόμενος
- παρασκευάζωpres part mp masc nom sgπαρασκευάζωpres part mp masc nom sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
χάλυβας — Κράμα του σιδήρου, στο οποίο περιέχεται άνθρακας κατά 1,7 1,8% και άλλα μεταλλικά και μη μεταλλικά στοιχεία, κατάλληλα για να προσδώσουν στο κράμα ειδικές ιδιότητες (βανάδιο, βολφράμιο, νικέλιο, χρώμιο), ενώ άλλα στοιχεία βρίσκονται ως… … Dictionary of Greek
τρύγινος — ίνη, ον, Α 1. ο παρασκευαζόμενος από τρυγία 2. (κυρίως το ουδ. ως ουσ.) τὸ τρύγινον ονομασία μαύρης χρωστικής ουσίας, βαφής που παρασκευαζόταν από την τρυγία. [ΕΤΥΜΟΛ. < τρύξ, τρυγός + κατάλ. ινος (πρβλ. λίθ ινος)] … Dictionary of Greek
ՅԱՌԱՋԱՊԱՏՐԱՍՏ — ( ) NBH 2 0335 Chronological Sequence: Early classical, 12c, 13c, 14c ա. ՅԱՌԱՋԱՊԱՏՐԱՍՏ ՅԱՌԱՋԱՊԱՏՐԱՍՏԵԱԼ. παρασκευαζόμενος praeparatus. Կանխաւ պատրաստեալ. *Ոչ յառաջապատրաստ եղեւ՝ պանծացեալ ʼի զօրութիւն իւր. Ուռհ.: *Յառաջապատրաստ մաքրութեամբ… … հայերեն բառարան (Armenian dictionary)
ՅԱՌԱՋԱՊԱՏՐԱՍՏԵԱԼ — ( ) NBH 2 0335 Chronological Sequence: Early classical, 12c, 13c, 14c ա. ՅԱՌԱՋԱՊԱՏՐԱՍՏ ՅԱՌԱՋԱՊԱՏՐԱՍՏԵԱԼ. παρασκευαζόμενος praeparatus. Կանխաւ պատրաստեալ. *Ոչ յառաջապատրաստ եղեւ՝ պանծացեալ ʼի զօրութիւն իւր. Ուռհ.: *Յառաջապատրաստ մաքրութեամբ… … հայերեն բառարան (Armenian dictionary)